- λεμπίρα
- ηη νομισματική μονάδα τής Ονδούρας.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. lempira < λατινοαμερ. lempira < όν. τού Lempira, Ινδιάνου αρχηγού που προέβαλε αντίσταση στην ισπανική κατάκτηση].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ονδούρα — Κράτος της Κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει ΒΔ με τη Γουατεμάλα, ΝΔ με το Ελ Σαλβαδόρ, Ν με τη Νικαράγουα. Βρέχεται Β από τη θάλασσα των Αντιλλών, και Ν έχει μια μικρή μόνο διέξοδο στον Ειρηνικό ωκεανό.Στην Ο. ανήκουν τα νησιά που βρίσκονται στον… … Dictionary of Greek